:: ::

 
 
 

 

                              Ο Δρόμος προς τους Θεούς

 Βιβλίο 1

 Κεφάλαιο 1: Χαιρετισμός στα Όπλα

 1. Η μητέρα του τον ονόμασε Μνησίφιλο. Ήταν Ιέρεια των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ο πατέρας του ήδη είχε προγραφεί από τους απίστους, διότι ήταν προφήτης, Ιερεύς του Μαντείου των Δελφών.

Η νύκτα άπλωσε το πέπλο της πάνω στην οικία των Ιερέων. Η Ιέρεια Κλεισίππη ετοίμασε το φαγητό και είπε στον υιό της: -Μνησίφιλε, πήγαινε να φωνάξεις τον πατέρα σου, το φαγητό είναι έτοιμο.

Ο Μνησίφιλος βγήκε έξω στην αυλή και είδε τον Ιερέα Ηρόφυτο να προσεύχεται στους Θεούς σαν να ήταν η τελευταία του ώρα. Τα σημάδια που έστελναν οι Θεοί ήταν δυσοίωνα. Αλλά ο Μνησίφιλος ήταν πολύ μικρός, μόλις 5 ετών, και δεν καταλάβαινε τί σήμαιναν όλα αυτά.

Οι σιδερόφρακτοι καβαλάρηδες μέσα στην βροχή κράδαιναν τα ξίφη που ήταν βουτηγμένα στο αίμα των Ελλήνων. Σταμάτησαν και κτύπησαν την πόρτα της οικίας.

-Καθήστε, ήρθαν για μένα, απάντησε ήρεμα ο Ηρόφυτος. Η Κλεισίππη κοίταξε με ανησυχία προς το μέρος του συζύγου της.

-Ο μιαρός προστάτης των ειδώλων Ηρόφυτος συλλαμβάνεται με εντολή του αυτοκράτορος Θεοδοσίου διότι προσβάλλει τον χριστιανισμό και τον εσταυρωμένο, ανήγγειλε ένας στρατιώτης. Η Ιέρεια Κλεισίππη προσπάθησε να κρατηθεί από τα χέρια του Ηροφύτου καθώς τον τράβαγαν αλυσοδεμένο. Την κτύπησαν και την πέταξαν αιμόφυρτη στο πάτωμα.

Την άλλη μέρα στην πλατεία της πόλεως οι οπαδοί του εσταυρωμένου Κτήνους έκαψαν ζωντανό τον Ιερέα Ηρόφυτο μπροστά στα μάτια του Μνησίφιλου και της μητρός του, αφού πρώτα τον βασάνισαν με φρικτά βασανιστήρια. Για ώρες τον καλούσαν να αποκηρύξει τους Θεούς και να σκλαβωθεί στο εσταυρωμένο Κτήνος. Αλλά ο Ιερεύς των Δελφών δεν πρόδωσε τους Θεούς. Ένοιωσε την χαρά που νοιώθει όποιος πάει κοντά στους Θεούς.

Τα τελευταία του λόγια ήταν προς τον Μνησίφιλο: «Ήρθε η ώρα να δοξαστεί το όνομα των Θεών Μνησίφιλε. Οι Θεοί σε καλούν να τους ακολουθήσεις, μην λοξοδρομήσεις. Με την βοήθεια των Θεών θα ελευθερώσεις την ανθρωπότητα από το πνευματικό σκότος».

Ξεψύχησε μέσα στις φλόγες των ναζωραίων δολοφόνων αφού οι Θεοί τον πήραν γρήγορα κοντά τους για να μην νομίζουν οι ναζωραίοι ότι του άλλαξαν την Πίστη.

Η Ιέρεια Κλεισίππη πήρε τον μικρό Μνησίφιλο και πήγαν στην Αλεξάνδρεια. Τρία χρόνια είχαν περάσει από τον θάνατο του συζύγου της όταν την συνέλαβαν και αυτήν επειδή μυούσε τους ανθρώπους στα Μυστήρια της Θεάς Δήμητρος. Την μαχαίρωσαν οι δολοφόνοι του Τζεσουά. Καθώς αιμορραγούσε φώναξε τον Μνησίφιλο κοντά της και του είπε: 

«Χαμογέλα Μνησίφιλε, αυτή είναι η κληρονομιά σου. Βλέπεις τα αίματα; Είναι τα λάφυρα του Ιερού Πολέμου. Οι δολοφόνοι του Πολιτισμού θα πεθάνουν από την κακία τους. Άκου, άκου πώς βρυχούνται οι Θεοί. Κοίτα στον Ουρανό. Οι Θεοί μας γνέφουν, μας επιβραβεύουν για τον αγώνα μας. Οι άπιστοι θα σε λοιδορήσουν, τί χαρά! Μην φοβάσαι όταν σε δίνουν στο εσταυρωμένο Κτήνος για να σε βασανίσει. Θέλουν να δοκιμάσουν την Πίστη σου. Θα σε κτυπήσουν για να δουν την χαρά σου.

Όταν έρθει κάποιος και σου πεί «σταμάτα να πολεμάς τους απίστους», έχει έτοιμο το στιλέτο των απίστων για την πλάτη σου. Έχει έρθει με εντολή των ναζωραίων για να κλέψει την Πίστη σου. Οι αποστάτες θα αρνηθούν τον Ιερό πόλεμο των Θεών. Θα συμμαχήσουν με τους απίστους για να δείξεις την δύναμή σου. Θα σε πληγώσουν για να δεχτούν την τιμωρία των Θεών. Ευτύχησε Μνησίφιλε. Τραγούδησε. Σε προδίδουν οι αποστάτες των Θεών, αλλά οι Θεοί σε οδηγούν κοντά τους. Σε οδηγούν στον θρίαμβο». 

Η Ιέρεια Κλεισίππη ξεψύχησε στα χέρια του υιού της. Ο Μνησίφιλος έμεινε μόνος κρατώντας την άψυχη μητέρα του στην μέση του δρόμου. Ήταν μόλις 8 ετών και δεν ήξερε τί να κάνει. Δεν ήξερε τίποτε για τους Θεούς και ούτε ήξερε να πολεμά τους απίστους. Όμως ένας γέρος προφήτης ονόματι Ακήρατος είδε τον Μνησίφιλο και αφού τον βοήθησε να θάψει την μητέρα του τον φιλοξένησε στην οικία του. Του έμαθε γραφή και ανάγνωση. Μία μέρα τον έστειλε στο δάσος να μαζέψει βότανα. Ξαφνικά μία ωραία γυναίκα σταμάτησε τον Μνησίφιλο.

-Έλα εδώ, του είπε επιτακτικά. Θα σου δείξω πώς να πολεμάς. Θα είμαι κοντά σου σε κάθε δύσκολη στιγμή.

-Αφήστε με ήσυχο, απάντησε ο Μνησίφιλος. Δεν σας γνωρίζω.

-Είμαι η Θεά Αθηνά, απάντησε εκείνη. Θα σου δείξω πώς να πολεμάς τους εχθρούς των εθνών. Φόρεσε αυτό το ιερατικό ένδυμα. Από σήμερα είσαι Ιερεύς των Θεών.

Του έδωσε έναν πορφυρό χιτώνα με χρυσοποίκιλτες παραστάσεις και τον έστειλε να συναντήσει τον Κένταυρο Χείρωνα για να τον διδάξει όλα τα μυστικά της σοφίας. Μαθήτευσε δύο χρόνια κοντά του.  

Μία νύκτα, καθώς κοιμόταν μέσα στο Ιερό Άλσος, ξύπνησε απότομα από έναν τρομερό θόρυβο.

-Σήκω πάνω και πάρε το σπαθί, του είπε μία φοβερή μορφή.

-Ποιός είστε;

-Είμαι ο Άρης, Θεός του Πολέμου. Οι Θεοί σε διάλεξαν για να ελευθερώσεις την ανθρωπότητα από το σκότος. Η αποστολή σου είναι θεϊκή, μην καθυστερείς.

Και εξαφανίστηκε. Ο Μνησίφιλος κοιτούσε το σπαθί που του άφησε η τρομερή μορφή. Η λάμψη από την κόψη του σπαθιού φώτισε την νύκτα και το πρόσωπό του. Αλλά ακόμα δεν ήταν έτοιμος για τον Ιερό Πόλεμο. Δεν γνώριζε από πού να αρχίσει διότι δεν γνώριζε τον δρόμο προς τους Θεούς. Δεν ήξερε πώς να τους αναζητήσει. Δεν ήξερε πώς να επικοινωνήσει μαζί τους.

Ο γέρος Ακήρατος που πάλι τον φιλοξενούσε τον μάλωσε: «Είπες ότι δεν γνώρισες ποτέ τα κελεύσματα των Θεών και ότι δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις τον αγώνα για την ελευθερία του Κόσμου. Άρχισε να διαδίδεις τον Θεϊκό Λόγο. Από εκεί να αρχίσεις. Άρχισε να πολεμάς τους εχθρούς των Θεών. Έτσι θα ανακαλύψεις τον δρόμο προς τους Θεούς».

 

2. Ο Μνησίφιλος ήταν πιά δώδεκα ετών όταν μπήκε στην πόλη της Εφέσου. Πήγε κατευθείαν στην Αγορά για να ακούσει τους ηγέτες των Ελλήνων. Οι εραστές του εσταυρωμένου Κτήνους μόλις είχαν γκρεμίσει τον Ναό της Θεάς Αρτέμιδος. Οι προύχοντες των Ελλήνων εκφόβιζαν τον λαό λέγοντας ότι έπρεπε να συμφιλιωθούν με τους ναζωραίους, αλλιώς θα τους έβρισκαν μεγαλύτερα κακά.

Δεν πρέπει να συγκρουσθούμε με τους ναζωραίους, έλεγαν. Η Ελληνική Κοσμοαντίληψη αντιτάσσεται στον πόλεμο, προσπαθώντας έτσι να τρομοκρατήσουν τον Ελληνικό λαό.

Τότε ο Μνησίφιλος ανέβηκε με τόλμη στο βήμα και είπε: «Ρώτησα τον Φοίβο Απόλλωνα πού είναι τα Ηλύσια Πεδία. Και ο Μουσαγέτης μου απάντησε: Τα Ηλύσια Πεδία είναι κάτω από τις σκιές των σπαθιών. Όταν διαβείς ένα τεράστιο ποτάμι από το αίμα των βεβήλων θα δείς τις Πύλες των Ηλυσίων. Αυτός που συμμετέχει σε Ιερούς Πολέμους για την δόξα των Θεών, θα ανταμειφθεί από τους Θεούς. Θα τον ανταμείψουν με Σοφία και Αγάπη. Αν πεθάνει στην μάχη, θα ανταμειφθεί. Αν δειλιάσει, θα τιμωρηθεί. Όποιος θυσιάζει την ζωή του για την αγάπη των Θεών θα ξαναγεννηθεί».

Έντρομοι οι προύχοντες ακούοντες αυτά τα λόγια έδιωχναν τον Μνησίφιλο από το βήμα. Πώς τολμάς να λές τέτοια πράγματα, του είπαν. Είσαι πολύ μικρός και άμυαλος για να τα βάλεις με τους ναζωραίους. Θες να βρουν πάτημα και να μας κυνηγήσουν; Σταμάτα να τους δίνεις επιχειρήματα για να μας κτυπήσουν.

Ο Μνησίφιλος έστρεψε τα χέρια προς τους Ουρανούς και ζήτησε την βοήθεια των Θεών. Ύστερα φώναξε προς το πλήθος: Ποιός είναι με τους Θεούς και ποιός με το Κτήνος;

Όλοι οι ευσεβείς Έλληνες ήρθαν με το μέρος του Μνησίφιλου. Ακόμη και οι γυναίκες, οι γέροντες και τα μικρά παιδιά. Ένα σύννεφο από πυρωμένα βέλη κατέβηκε από τον Ουρανό. Ο Εκατηβόλος Απόλλων τόξευσε τους επικεφαλής των Ελλήνων. Ο Μνησίφιλος και οι πιστοί Έλληνες τράβηξαν τα σπαθιά τους και κατακρεούργησαν όλους τους αποστάτες των Θεών. Τρεις χιλιάδες πτώματα σκορπίστηκαν στους δρόμους της Εφέσου για να δείχνουν την δύναμη των Θεών και την θεοσέβεια των Ελλήνων πιστών.

Σύντομα όμως τα νέα μαθεύτηκαν από τους άρχοντες των ναζωραίων. Διέταξαν βυζαντινά στρατεύματα να περικυκλώσουν την πόλη της Εφέσου. Ο Μνησίφιλος στάθηκε στο κέντρο της παρατάξεως των Ελλήνων και με βλέμμα που έλαμπε από αγάπη για τους Θεούς και μίσος για τους απίστους έδωσε οδηγίες.

Επικεφαλής στην αριστερή πτέρυγα της Ελληνικής παρατάξεως ήταν ο Λεοντίδης που παρίστανε τον Έλληνα. Αλλά ήταν αυτός που έλεγε στους Έλληνες ότι πρέπει να συμμαχήσουν με τους ναζωραίους για να αντιμετωπίσουν τους εξωτερικούς εχθρούς της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Μνησίφιλος ήξερε ότι θα προδώσει τους Έλληνες και τους Θεούς. Αλλά περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να τον τιμωρήσει.

Η Λύρα του Απόλλωνος έσκισε τον αέρα. Ο Πολεμικός Παιάν αντήχησε στις βουνοπλαγιές. Πόσες φορές πρέπει οι άπιστοι να πεθάνουν πριν γνωρίσουν τους Θεούς; Πόσες φορές πρέπει να κλάψουν; Γιατί πεθαίνουμε; οι άπιστοι ρωτούν. Η απάντηση ήρθε από τους Ιεροφάντες: Για την δόξα των Θεών, για να δοξαστεί το Όνομα Τους. Όταν οι καρδιές συγχρονίζονται με τον ήχο των σπαθιών, όταν η Μοίρα τις ενώνει, όταν πέφτει η νύκτα οι στρατιώτες των Θεών φέρνουν την λεία τους από τον εχθρό. Οι καρδιές των απίστων λιώνουν μπροστά στην Θεϊκή Φλόγα.

Η μάχη άρχισε. Ο Λεοντίδης αμέσως εγκατέλειψε το αριστερό κέρας και κατευθυνόταν προς τα βουνά. Ένας ιππέας έτρεξε με ταχύτητα και ανήγγειλε στον Μνησίφιλο την προδοσία. Και τότε ο Μνησίφιλος φώναξε δυνατά: «Εσύ να φυλάττεις την θέση σου. Ο Λεοντίδης και οι δικοί του έφυγαν με δική μου εντολή, για να περικυκλώσουν τους βυζαντινούς». Μόλις το άκουσαν αυτό οι Έλληνες ζητωκραύγασαν με όλη τους την δύναμη. Οι φωνές τους έφτασαν στα αυτιά των βυζαντινών υπανθρώπων. Οι βυζαντινοί υπάνθρωποι ετράπησαν σε φυγή επειδή νόμισαν ότι θα κυκλωθούν από τον Λεοντίδη και τους δικούς του.

Ο Λεοντίδης με τους άλλους προδότες πήγαιναν προς το στρατόπεδο των βυζαντινών για να συμμαχήσουν μαζί τους εναντίον των Ελλήνων.

Τότε ο Μνησίφιλος συγκέντρωσε τους Έλληνες για να τους μιλήσει. Ήξερε ότι κατάσκοποι των βυζαντινών βρίσκονταν μέσα στο στρατόπεδο των Ελλήνων. Και είπε δυνατά: «Δεν είναι προδότες οι πιό έξυπνοι στρατιώτες, που με δική μου εντολή έχουν βγεί εκτός στρατοπέδου για να μάθουν τα σχέδια του εχθρού. Ο Λεοντίδης και οι στρατιώτες του θα μας φέρουν πληροφορίες για τον εχθρό». Οι κατάσκοποι των βυζαντινών μόλις άκουσαν τα λόγια του Μνησίφιλου τα ανέφεραν στους βυζαντινούς στρατηγούς. Έτσι ο Λεοντίδης και άλλοι προδότες συνελήφθησαν από τους βυζαντινούς και εστάλησαν πίσω με τα χέρια τους κομμένα.

Την επόμενη μέρα καθώς οι Έλληνες περνούσαν έξω από την πόλη είδαν ένα πορνείο των ναζωραίων κτισμένο πάνω σε έναν Ελληνικό Ναό. Τότε ο Μνησίφιλος προσευχήθηκε στους Θεούς: Ω Θεοί, μην δείξετε έλεος στον μιαρό που προσεύχεται στα πορνεία των απίστων. Δείξτε την δύναμή σας. Αμέσως ένας κεραυνός έπεσε και το πορνείο των ναζωραίων γκρεμίστηκε. Οι Έλληνες ετοίμασαν θυσίες για τους Θεούς επειδή έδειξαν την εύνοια Τους.

Όμως οι ναζωραίοι ετοιμάστηκαν να καταδιώξουν τους Έλληνες γιατί θεώρησαν άδικη την Θεϊκή Προσταγή να καταστραφεί το πορνείο τους. Τότε ο Θεός Ερμής συμβούλεψε τον Μνησίφιλο και τους Έλληνες πώς να εξαπατήσουν τους ναζωραίους. Μαζεύτηκαν αρκετοί Έλληνες και παριστάνοντες τους ναζωραίους μπήκαν ανάμεσα στα βυζαντινά πλήθη λέγοντάς τους:

«Δεν πρέπει να κάνουμε αντίποινα στους Έλληνες. Αυτό δεν είναι σύμφωνο με την χριστιανική πίστη».

Όχι, θα τους πολεμήσουμε, ούρλιαζαν οι ναζωραίοι.

«Μα έτσι θα τους δώσουμε επιχειρήματα για να μας πολεμήσουν. Αν τους καταδιώξουμε κάνουμε κακό στον χριστιανισμό. Ας μην είμαστε φανατικοί, ας τα ξεχάσουμε τώρα. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε τους Πέρσες και άλλους εξωτερικούς κινδύνους».

Με αυτό το τέχνασμα οι Έλληνες εξαπατώντας τους ναζωραίους παρέλυσαν τις αντιδράσεις τους. Μετά από κάθε γκρέμισμα χριστιανικού πορνείου οι Έλληνες βγαίνουν με δάκρυα στους δρόμους και φωνάζουν στους ναζωραίους: «Εμείς οι χριστιανοί δεν πρέπει να τους μοιάσουμε...είμαστε ανώτεροι από αυτούς...να μην διχαστούμε, είναι αδέλφια μας...ας πιστεύει ο καθένας όπου θέλει, έχουν και αυτοί δικαιώματα...αν τους πολεμήσουμε θα γίνουμε σαν τους ειδωλολάτρες». Έτσι κορόϊδευαν τους ναζωραίους οι Έλληνες, προσευχόμενοι πάντα στους Θεούς να μην σταματήσει το γκρέμισμα των πορνείων μέχρι να εξαγνιστεί η πόλη.

 

3. Ο Μνησίφιλος έφτασε σε ένα συμπόσιο που αποτελείτο από μερικούς αργόσχολους ψευδοφιλοσόφους. Εις εξ αυτών ονόματι Χαβρίας έλεγε στους ακροατές του: «Πρέπει να υπακούμε στους νόμους. Ο νόμος είναι πάνω απ’ όλα. Δεν πρέπει να διεγείρουμε τον κόσμο κατά των νόμων του αυτοκράτορος.

Χωρίς να το ξέρει ο ψευδοφιλόσοφος Χαβρίας ότι ο Μνησίφιλος ήταν παρών συνέχισε την ομιλία του: «Αυτός ο νεαρός Ιερεύς θα μας κάνει κακό με τις ενέργειές του. Τώρα έχουμε την θαλπωρή και τα συμπόσια μας, οι ναζωραίοι απλώς γκρεμίζουν τους Ναούς, εμάς δεν μας πειράζουν. Μάλιστα έχουμε αρκετούς εξ αυτών μαθητές στην φιλοσοφική μας σχολή. Κάποια μέρα θα τους εξελληνίσουμε. Γιατί να επαναστατήσουμε κατά των βυζαντινών;».

Τότε ο Μνησίφιλος τράβηξε το σπαθί του και φώναξε με δύναμη προς τον ελεεινό όχλο που άκουγε τον ψευδοφιλόσοφο: «Όποιος δεν τηρεί τους Νόμους των Θεών πεθαίνει χωρίς έλεος. Όποιος ανταλλάσσει τους Νόμους των Θεών με τα διατάγματα των ναζωραίων δολοφόνων είναι εγκληματίας και θα λογοδοτήσει στην Δικαιοσύνη των Θεών». Και αμέσως το σπαθί του Μνησίφιλου καρφώθηκε στον τράχηλο του Χαβρία.

Η φωνή του Παντοκράτορος Διός γέμισε την αίθουσα: «Το αίμα των απίστων θα αναμιχθεί με το αίμα των ψευδοφιλοσόφων. Η τιμωρία τους για την ανυπακοή στους Νόμους των Θεών είναι ο Θάνατος. Πουθενά δεν θα υπάρξει ησυχία για όσους παραβαίνουν τις Θεϊκές Εντολές. Ουδείς παραβάτης θα μείνει ζωντανός».

Εβδομήντα πέντε ψευδοφιλόσοφοι έπεσαν νεκροί εκείνο το βράδυ από την Οργή των Θεών. Το αίμα τους πλημμύρισε την αίθουσα. Οι οιμωγές των φευδοφιλοσόφων πλημμύρισαν την πόλη και τις φιλοσοφικές τους σχολές:

«Αχ, τί κακό μας βρήκε. Η Οργή των Θεών ξέσπασε επάνω μας. Πληρώσαμε ακριβό τίμημα για την αποστασία μας από τους Θεούς. Πού να κρυφτούμε τώρα; Πού να ξεπλύνουμε την ντροπή μας; Πώς να αντικρύσουμε τους Προγόνους και τους Θεούς με αυτές τις βρωμιές που ξεστομίζουμε; Καταπατήσαμε τους όρκους προς τους Αθανάτους και τώρα η Νέμεσις μας έστειλε τα ματωμένα δώρα της. Γιατί να παρακούμε τους Θεούς και να υπακούμε τους ναζωραίους; Τώρα πιά είναι αργά, ξέσπασε η Θεϊκή Οργή στα κεφάλια μας».

Ο Παντοκράτωρ Ζεύς εμφανίστηκε μέσα σε σύννεφο και είπε στον Μνησίφιλο: «Ο Ιερός Πόλεμος σε περιμένει. Οι Θεοί θα σε πάρουν μαζί Τους. Οι ψευδοφιλόσοφοι του σκότους έλαβαν το τίμημα της ανυπακοής των. Το σώμα τους θανατώθηκε και η ψυχή τους θεραπεύθηκε. Να είσαι μειλίχιος με τους πιστούς των Θεών και ανηλεής με τους εχθρούς των Θεών. Έτσι θα έχεις πάντα την συμπαράσταση και την δύναμη των Θεών μαζί σου. Αλλιώς σε περιμένει η μεγίστη τιμωρία. Θα είσαι ο Ιερεύς των Θεών μόνον αν δεν παραμελείς τους αδελφούς σου. Αν τους εγκαταλείψεις στο έλεος των απίστων σε περιμένει ο Θάνατος».  

Τρομαγμένος ο Μνησίφιλος απάντησε: «Οι προσταγές σου είναι Νόμος. Κανείς δεν θα τις παρακούσει».

«Πρόσεχε διότι οι ναζωραίοι κλέβουν τις Εντολές μου και τις αποδίδουν στον ψευτοθεό τους. Οι ψευδοφιλόσοφοι αποδίδουν τιμές και δύναμη στο Κτήνος που ανήκουν μόνον στους Θεούς και μετά για να καλύψουν τα ίχνη του εγκλήματός τους λένε στον λαό ότι οι Θεοί δεν τιμωρούν τους αδίκους.

Ληστεύουν τους Θεούς από τιμές που μόνον σε Αυτούς ανήκουν και ύστερα ψεύδονται λέγοντες ότι δεν θα γίνουμε σαν τους ναζωραίους. Βρες τους ληστές και θανάτωσέ τους, διότι καπηλεύονται το όνομα των Αθανάτων.

Διαστρεβλώνουν τις Προσταγές των Αθανάτων για να ταιριάζουν με τα συμφέροντα και την προδοσία τους. Υβρίζουν τους Θεούς και διώχνουν τον λαό μακριά από τους Θεούς. Μισούν τους γονείς και τα παιδιά τους. Θέλουν να δολοφονήσουν και να πιούν το αίμα των Ελλήνων μαζί με τους ναζωραίους. Θανάτωσέ τους χωρίς έλεος Μνησίφιλε, αλλιώς θα τιμωρηθείς αυστηρά για την ανυπακοή σου», είπε ο Παντοκράτωρ.

 

4. Ο Μνησίφιλος μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος των Ελλήνων που είχε έρθει να τον ακούσει: «Αδελφοί μου, οι ναζωραίοι κατακτητές καταστρέφουν τους Ναούς και τους Βωμούς των Θεών. Δεν υπακούν στις εντολές των Θεών. Δολοφονούν τις γυναίκες, τα παιδιά και τους γονείς μας. Οι Θεοί πρόσταξαν να μην μείνει ζωντανός κανείς απ’ αυτούς που υπακούν στις εντολές των κατακτητών. Όποιος συμμαχεί με τους ναζωραίους διασπά την εθνική ενότητα και καταργεί την Πίστη και τους Νόμους των Θεών. Τέτοιο αποτρόπαιο έγκλημα δεν θα γίνει αποδεκτό από τους Θεούς χωρίς αυστηρή τιμωρία».

Το πλήθος θαύμασε τον νεαρό Ιερέα που σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών διέδιδε το μήνυμα των Θεών και πολεμούσε στο πλευρό τους. Και του ζήτησαν να τους διαφωτίζει γιατί οι άπιστοι και οι αποστάτες τούς είχαν μαυρίσει την ψυχή και τούς εξαπατούσαν.

Στην πόλη της Εφέσου είχε έρθει ο νέος έπαρχος Αθανάσιος με εντολή του βυζαντινού αυτοκράτορος να εξοντώσει τους Έλληνες και να καταστρέψει τα Ιερά των Θεών. Οι Έλληνες ανησύχησαν και απευθύνθηκαν στο νεαρό Ιερέα τους.

Ο Μνησίφιλος αμέσως έστειλε ένα γράμμα στον έπαρχο Αθανάσιο: «Σεβαστέ έπαρχε Αθανάσιε, ο λόγος που σας στέλνω αυτό το γράμμα είναι για να διαμαρτυρηθώ για τον τρόπο με τον οποίο προσπαθείτε να διατηρήσετε τον χριστιανισμό στην εξουσία. Ως χριστιανός σέβομαι τα δικαιώματα των συνανθρώπων μας Ελλήνων να επιλέγουν την θρησκεία τους.

Η εκδίκηση δεν είναι η απάντηση στα όσα έκαναν οι ειδωλολάτρες κατά των χριστιανών. Ο πόλεμος δεν είναι το κλειδί της λύσης. Όλα πρέπει να ξεκινούν από τον σεβασμό, που πρέπει εμείς οι χριστιανοί να δείξουμε πρώτοι. Πιστεύω πως δεν είμαι ο μόνος χριστιανός που σας αποστέλλει γραπτή διαμαρτυρία. Έχω συζητήσει με πολλούς χριστιανούς και συμφωνούμε σε όλα τα παραπάνω. Οι εντολές σας πρέπει να αλλαχθούν ώστε το νόημα τους να γίνει πιό φιλικό και σεβαστό από τους ίδιους τους παγανιστές». Υπέγραψε την επιστολή του ως άγιος Δημήτριος και την έστειλε στον έπαρχο Αθανάσιο.

Ο έπαρχος Αθανάσιος πίστεψε ότι αυτά τα λόγια προερχόντουσαν από χριστιανό άγιο και ανέστειλε τις διώξεις κατά των Ελλήνων.

 Εκείνο το βράδυ είδε ένα όνειρο που τον κατατρόμαξε: Ένα φίδι που είχε το σημάδι του σταυρού στο κεφάλι του βγήκε από τον κόρφο του και τον κατασπάραξε. Ξύπνησε ταραγμένος και ουρλιάζοντας από τρόμο ζήτησε από τους ναζωραίους παπάδες να του εξηγήσουν το όνειρο. Αλλά αυτοί δεν μπορούσαν να το ερμηνεύσουν.

Το επόμενο βράδυ κτύπησε την πόρτα του αρχοντικού του ο Μνησίφιλος μεταμφιεσμένος σε άγιο Δημήτριο και ζήτησε να δει τον έπαρχο. Είχε μαζί του και τρεις πανέμορφες Ιέρειες την Δάμαρι, την Ευρυάλεια και την Λαμάχη. Παρουσιάστηκε μπροστά στον Αθανάσιο και του είπε ότι ήταν ο συγγραφεύς της επιστολής προτρέπουσα να μην πάει κόντρα στην βούληση του Χριστού και να μην καταδιώξει τους Έλληνες.  

-Ναί θυμάμαι την επιστολή σου, του είπε ο έπαρχος Αθανάσιος, αλλά είδα ένα άσχημο όνειρο. Μπορείς να μου το εξηγήσεις;

Αφού περιέγραψε το όνειρο, ο Μνησίφιλος του είπε: «Να προσέχεις τους Έλληνες. Μακριά απ’ αυτούς, είναι διαβόλου τέκνα. Θα προσπαθήσουν να μεταμφιεστούν σε χριστιανούς για να σε σκοτώσουν. Αλλά μην ανησυχείς. Η χάρη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είναι μαζί σου. Δεν θα αφήσει να πάθεις κακό. Μάλιστα σου έφερα και τρείς εταίρες για να περάσεις την νύκτα μαζί τους, και να ξαλαφρώσεις από το κακό που σε τυραννά».

Οι τρείς Ιέρειες ντυμένες εταίρες χαμογέλασαν στον Αθανάσιο με δήθεν φιλήδονα βλέμματα. Ανακουφισμένος ο Αθανάσιος απεσύρθη στα διαμερίσματά του αγκαλιά με τις τρείς πανέμορφες Ιέρειες. Καθώς η νύκτα έριχνε το πέπλο της πάνω από το βυζαντινό κυβερνείο οι Ιέρειες μεθούσαν τον Αθανάσιο και τους συνοδούς του. Ο Μνησίφιλος περίμενε ξάγρυπνος το σημάδι των Θεών. Στις δώδεκα τα μεσάνυκτα ένα τρομερό ουρλιαχτό έσκισε την σιωπή της νύκτας:

-Μυρίζω γλυκό ανθρώπινο αίμα απίστων. Κατεβάζω τον Ιερό Πέλεκυ της Εκδικήσεως στα κεφάλια τους. Βλέπω τις καρδιές τους να σπαρταρούν καθώς το αίμα τους πιτσιλάει και δροσίζει τα στήθη μου σαν φθινοπωρινή δροσοσταλιά. Τί ευωδία! Μνησίφιλε πες στις Ιέρειες ότι η Θεά Εκάτη έβαψε κόκκινα τα στήθη της με το αίμα των βεβήλων. Το ίδιο να κάνουν και αυτές για να εξαγνιστούν από το μίασμα των ναζωραίων κτηνανθρώπων.

Ο Μνησίφιλος μετέφερε της εντολή της Θεάς Εκάτης. Αμέσως οι Ιέρειες έδεσαν τον Αθανάσιο και τους συνοδούς του χειροπόδαρα. Καθώς ήταν μεθυσμένοι δε μπορούσαν να αντιδράσουν.

Οι Ιέρειες τους έκοψαν τα κεφάλια. Τελευταίο άφησαν τον Αθανάσιο που ξαφνιασμένος ρώτησε την Ιέρεια Δάμαρι: -Μα είσαι χριστιανή, γιατί το κάνεις αυτό; -Για του Χριστού την πίστη την αγία... Για να σωθεί ο χριστιανισμός από τους ειδωλολάτρες, απάντησε η Ιέρεια Δάμαρις. Και αμέσως του κάρφωσε στον λαιμό το μαχαίρι που είχε κρυμμένο στην ζώνη της, αμέτρητες φορές.

29-7-«2003»

Συνεχίζεται...


 
     
 

© Εκκλησία των Ελλήνων στο θρήσκευμα